Πέμπτη 25 Μαρτίου 2010

Γεώργιος Καραϊσκάκης (1782-1827)




Ο Καραϊσκάκης είναι η πιο καταπληκτική, ίσως και η πιο δραματική μορφή από τους αγωνιστές του '21 Περίφημος κλέφτης του Κατσαντώνη, αρματολός των Αγράφων, στρατάρχης της Ρούμελης, αρχιστράτηγος της Ελλάδας και προπαντός γνήσιος λαϊκός ηγέτης.
Γεννήθηκε το 1782 σε μια σπηλιά κοντά στο Μαυρομμάτι Καρδίτσας από "καλογριά" του κοντινού μοναστηριού του Αγίου Γεωργίου, τη Ζωή Ντιμισκή.
Η μάνα του κατάγονταν από το χωριό Σκουλικαριά της Άρτας, παντρεύτηκε κάποιον Γιαννάκη Μαυροματιανό και πολύ νωρίς έμεινε χήρα.

Λέγεται πως ο πατέρας του ήταν ο αρματολός του βάλτου Δημήτρης Ίσκος ή Καραϊσκος. Μέχρι το θάνατό του ο Καραϊσκάκης ήταν γνωστός με το όνομα "Ο γιος της Καλογριάς".

Ο Καραϊσκάκης πέρασε δύσκολα παιδικά χρόνια κοντά στην οικογένεια ενός σαρακατσάνου τσέλιγκα γιατί μόλις έγινε οκτώ χρονών πέθανε η μάνα του κι έτσι μεγάλωσε ανάμεσα στους ξένους τρώγοντας "ξύλο και μπομπότα", πότε στο Μαυρομμάτι και πότε στη Γράλιστα και Λεοντίτο.
Από μικρός κατατάχτηκε στα αρματολίτικα σώματα των Αγράφων, όπου ξεχώρισε για την παλικαριά και την εξυπνάδα του. Διετέλεσε πρωτοπαλίκαρο του Κατσαντώνη και ήταν ένας από τους τρεις που πυροβόλησαν και σκότωσαν το Βεληγκέκα.

Αναμείχθηκε στους πολέμους του Αλή Πασά των Ιωαννίνων άλλοτε ως σύμμαχος και άλλοτε ως αντίπαλος. Αντιπροσώπευσε τα Άγραφα σε σύσκεψη μυημένων στα σχέδια της Φιλικής Εταιρείας για την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα που πραγματοποιήθηκε στη Λευκάδα το πρώτο δεκαήμερο του Ιανουαρίου 1821.

Δεν πήρε μέρος στα πρώτα χρόνια της επανάστασης γιατί η Διοίκηση και κυρίως ο Μαυροκορδάτος τον υποψιάζονταν πως ήταν σε συνεννόηση με τους Τούρκους.

Η διαμάχη εξάλλου ανάμεσα στους προύχοντες και τους οπλαρχηγούς οδήγησε και τα δυο μέρη πολλές φορές σε ακρότητες. Στη συνέχεια έλαβε μέρος σε πολλές μάχες, η δε γενναιότητά του καθώς και τα χωρατά του έμειναν στην ιστορία.

Μετά την πτώση του Μεσολογγίου (1826 μ.Χ.) έγινε Αρχιστράτηγος της Στερεάς κι άρχισε τις επιχειρήσεις εναντίον του Κιουταχή που τον νίκησε στην Αράχωβα, στο Δίστομο, στη Δόμβραινα και αλλού, εφαρμόζοντας με επιτυχία τον ανταρτοπόλεμο και καταστρέφοντας τις εφοδιοπομπές του εχθρού.

Ιδιαίτερα η νίκη στην Αράχωβα το Νοέμβριο του 1826 είχε τεράστια απήχηση και πολύ μεγάλη σημασία για την επανάσταση που μέχρι εκείνη τη στιγμή έδειχνε ότι σχεδόν είχε σβήσει.
Στη συνέχεια όμως η Κυβέρνηση έκαμε το λάθος να αναθέσει την Αρχιστρατηγία του Αγώνα στον Άγγλο Τσόρτς, που δεν γνώριζε καλά τα πράγματα στην Ελλάδα.

Επεδίωκε κατά μέτωπο επίθεση εναντίον του Κιουταχή που πολιορκούσε την Ακρόπολη στην Αθήνα, ενώ ο Καραϊσκάκης ζητούσε αποκλεισμό των Τούρκων από στεριά και θάλασ-σα, για να αναγκαστούν να υποχωρήσουν.

Οι ισχυρές επαναστατικές δυνάμεις που βρίσκονταν στην περιοχή με αρχηγό τον Καραϊσκάκη περίμεναν εντολές για να κινηθούν ανάλογα.

Στις 22 Απριλίου 1827 έγινε μια μικροσυμπλοκή μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων στην περιοχή του σημερινού Νέου Φαλήρου και ο Καραϊσκάκης που ήταν άρρωστος άσχημα, βγήκε από τη σκηνή του να την σταματήσει, γιατί ήταν απρογραμμάτιστη.

Μια σφαίρα όμως που κανείς δεν έμαθε ποτέ από που προερχόταν, τον χτύπησε θανάσιμα και πέθανε την επόμενη 23 Απριλίου ημέρα της ονομαστικής του γιορτής.

Ο θάνατος του "Αχιλλέα της Ρωμιοσύνης", όπως χαρακτήρισε τον Καραϊσκάκη ο μεγάλος μας ποιητής Κωστής Παλαμάς, είχε συγκλονιστική απήχηση και βύθισε στο πένθος όλους τους Έλληνες.

Ιδιαίτερα το στράτευμα, δίχως τον αρχηγό του αλλά και χωρίς ηθικό, αναγκασμένο να υπακούει στον Άγγλο ναύαρχο Κόχραν μια μέρα αργότερα έπαθε πανωλεθρία στο Φάληρο και ολοκληρώθηκε έτσι η συμφορά μετά το χαμό του Καραϊσκάκη.

Η αθυροστομία και τα αστεία του Καραϊσκάκη.

Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης φημιζόταν για την αθυροστομία και τα χωρατά του.
Μια φορά ήταν άρρωστος στο στρατόπεδο του Πειραιά.

Φώναξε κάποιον κομπογιαννίτη να τον κοιτάξει.
Βάζει ένα παλικάρι κάτω από τα σκεπάσματα και μόλις μπαίνει ο γιατρός, δίνει με τρόπο όχι το δικό του χέρι, μα του παλικαριού.
Το πιάνει εκείνος σοβαρά και κάνει να μετρήσει το σφυγμό του.
«Οι δυνάμεις σου, στρατηγέ μου, πέσανε πολύ», του λέει.
Με μια κίνηση πετά ο Καραϊσκάκης πέρα τα σκεπάσματα και μένει ξερός ο γιατρός με τον ξένο καρπό στο χέρι.
«Ο π…ος μου έπεσε, ωρέ, όχι οι δυνάμεις μου!», του λέει.

Ο Καραϊσκάκης, όταν οργιζόταν, έβριζε σκληρά όχι μόνο στρατιώτες, αλλά και οπλαρχηγούς και στρατηγούς ακόμα.
Οι ηπιότερες από τις βρισιές του ήταν σαπιοκοιλιά και παλιογελάδα.
Αλλά αυτό δεν το έκανε από μοχθηρία.
΄Επειτα από λίγο μετάνιωνε και με δάκρυα στα μάτια απευθυνόταν στους αγανακτισμένους στρατιώτες του για να πει: «Τι θυμώνετε! Κι εγώ είμαι… είμαι ο γιος της καλογριάς».

Ο Καραϊσκάκης ήταν εντελώς αγράμματος. Την υπογραφή του έμαθε να τη βάζει μόλις το 1825. Κι αυτή την έβαζε ανορθόγραφα: «Καραησκάκης».